Από τη συμμόρφωση στον πυρήνα της διοίκησης: H ωρίμανση του ESG

 «Το 2025, το ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία, Διακυβέρνηση) δεν αποτελεί πλέον αφηρημένη στρατηγική ή δήλωση καλών προθέσεων και δεν αφορά μόνο τη συμμόρφωση. Έχει περάσει στον πυρήνα της διοίκησης, επηρεάζοντας τις αποφάσεις που καθορίζουν την κατεύθυνση ενός οργανισμού.

Οι επιλογές σε επίπεδο πόρων, επενδύσεων και σχέσεων με stakeholders περνούν πλέον μέσα από ESG κριτήρια. Όχι ως εξωτερική απαίτηση, αλλά ως κριτήριο αξίας και ανθεκτικότητας. Δηλαδή, πέρα από το να «αναφέρεις» τι κάνεις, να μπορείς να αποδείξεις γιατί το κάνεις και πώς αυτό συμβάλλει σε ένα βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο.

Την ίδια στιγμή, οι όροι συμμόρφωσης έχουν αρχίσει να γίνονται πιο επιτακτικοί. Με την εφαρμογή της Οδηγίας CSRD, οι επιχειρήσεις καλούνται να ενσωματώσουν τις αρχές βιωσιμότητας σε κάθε πτυχή της λειτουργίας τους. Η υποχρέωση για διπλή ουσιαστικότητα —να αξιολογούν τόσο τον αντίκτυπό τους στο περιβάλλον και την κοινωνία, όσο και πώς αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν την οικονομική τους επίδοση— φέρνει την ανάγκη για αλλαγές σε δομές, διαδικασίες και εργαλεία. Περίπου 50.000 εταιρείες στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπόκεινται πλέον σε αναβαθμισμένες απαιτήσεις αναφοράς, ενώ η πολυπλοκότητα των προτύπων ESRS και η αυξημένη ανάγκη για δεδομένα δημιουργούν σημαντική πίεση προσαρμογής.

Βέβαια, η εικόνα παγκοσμίως παραμένει αντιφατική. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η πολιτική ηγεσία μετά το 2024 έχει μειώσει την πίεση για εφαρμογή ESG κανόνων, αναστέλλοντας ρυθμίσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Στην Ευρώπη, η Κομισιόν ανακοίνωσε τον Φεβρουάριο του 2025 ένα «Omnibus» πακέτο μέτρων, με στόχο την απλοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου και τη μείωση του διοικητικού κόστους κατά 25%. Προβλέπεται, για παράδειγμα, η εξαίρεση εταιρειών με λιγότερους από 1.000 εργαζομένους από την εφαρμογή της CSRD και η αναβολή της Οδηγίας CSDDD έως το 2028. Αν και οι προτάσεις αποσκοπούν στη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, έχουν ήδη προκαλέσει ανησυχίες για ενδεχόμενη υποβάθμιση της διαφάνειας και για αύξηση των νομικών κινδύνων σε περιπτώσεις πλημμελούς συμμόρφωσης.

Για τις επιχειρήσεις, η μετάβαση δεν είναι ούτε εύκολη ούτε προαιρετική. Η νέα πραγματικότητα απαιτεί σύσταση ή ενίσχυση ομάδων ESG, συνεργασία με εξωτερικούς συμβούλους, επενδύσεις σε συστήματα παρακολούθησης και εκπαίδευση των διοικητικών στελεχών. Πολλές εταιρείες καλούνται να αναθεωρήσουν τους εσωτερικούς τους μηχανισμούς διακυβέρνησης και να συνδέσουν τους ESG στόχους με την επιχειρησιακή τους στρατηγική. Οι οργανισμοί που θα προσεγγίσουν το ESG μόνο ως υποχρέωση συμμόρφωσης, κινδυνεύουν να χάσουν την ευκαιρία δημιουργίας μακροπρόθεσμης αξίας και να βρεθούν εκτεθειμένοι απέναντι σε επενδυτές, πελάτες και ρυθμιστικές αρχές.

Το ESG δεν είναι θέμα μόδας, ούτε απλώς κοινωνικής ευαισθησίας. Είναι το νέο πλαίσιο στρατηγικής — εκεί όπου επανακαθορίζεται το επιχειρηματικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Και το επόμενο βήμα, με βάση τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις και τις προσδοκίες των αγορών, είναι η στενότερη εμπλοκή των διοικητικών συμβουλίων, η ευθυγράμμιση των ESG KPIs με την επιχειρησιακή στοχοθεσία και η εδραίωση της διαφάνειας όχι μόνο στην αναφορά, αλλά και στη λήψη αποφάσεων.

Αυτός είναι ο δρόμος για τις επιχειρήσεις που δεν παρακολουθούν απλώς τις εξελίξεις, αλλά τις διαμορφώνουν.»